Home / Newsletter / ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ (Newsletter) ΜΑΡΤΙΟΥ 2023

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ (Newsletter) ΜΑΡΤΙΟΥ 2023

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΜΑΡΤΙΟΥ 2023


Στην προσπάθειά μας για την προαγωγή της γνώσης πάνω στη θρόμβωση και την αντιθρομβωτική αγωγή στην επιστημονική κοινότητα, σας προσκαλούμε στο 11ο Πανελλήνιο Συνέδριο του ΙΜΕΘΑ το οποίο θα πραγματοποιηθεί στην όμορφη πόλη των Ιωαννίνων στις 21-23 Σεπτεμβρίου 2023.

Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, βασικός μας στόχος είναι να φέρουμε κοντά ιατρούς διαφόρων ειδικοτήτων που ασχολούνται με την πρόληψη και την αντιμετώπιση των θρομβοεμβολικών νοσημάτων και των διαταραχών της πήξης,  κυρίως υπό τη μορφή διαδραστικών συζητήσεων.

Σύντομα θα ανακοινωθεί το αναλυτικό πρόγραμμα του συνεδρίου. Προσβλέπουμε στην παρουσία σας και την ενεργό συμμετοχή σας τόσο μέσω των διαδραστικών συζητήσεων κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, όσο και με την παρουσίαση ερευνητικών εργασιών σχετικά με τη θρόμβωση και την αντιθρομβωτική αγωγή.  Η καταληκτική ημερομηνία υποβολής εργασιών είναι στις 19 Ιουνίου 2023.

Περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το 11ο Πανελλήνιο Συνέδριο του ΙΜΕΘΑ μπορείτε να βρείτε εδώ.


Στις 2 Μαρτίου 2023 (17:00 – 18:00)  πραγματοποιήθηκε το 6ο διαδικτυακό σεμινάριο του κύκλου των Webinars 2022-2023 “Excellence in Thrombosis”, με τίτλο «Κληρονομική και Επίκτητη θρομβοφιλία – ρόλος, σημασία και ενδείξεις διερεύνησης» στο οποίο το ΙΜΕΘΑ είχε τη χαρά να φιλοξενήσει μία ομάδα εξαιρετικών ομιλητών με εξειδίκευση στην αιματολογία και τις διαταραχές της αιμόστασης. Η κα Δ. Αδαμίδου, Επιμελήτρια Αιματολογίας στο ΓΝ «ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ», η κα Ε. Γρουζή, Διευθύντρια Αιμοδοσίας στο Νοσοκομείο “Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ” και υπεύθυνη του Ιατρείου Διαταραχών Αιμόστασης, ο κ. Φ. Γκιρτοβίτης από το ΓΝ ΑΧΕΠΑ, ο κ. Ε. Παπαδάκης, Αιματολόγος, και η Επ. Καθηγήτρια Αιματολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κα Π. Κώτση συμμετείχαν ενεργά σε μία διαδραστική εις βάθος συζήτηση για τη διερεύνηση της θρομβοφιλίας, υπό το συντονισμό της κας Ε. Λευκού,  Αιματολόγου, μέλους του ΔΣ του ΙΜΕΘΑ.

Όλα τα προηγούμενα μαγνητοσκοπημένα διαδικτυακά σεμινάρια του ΙΜΕΘΑ διατίθενται δωρεάν στην ιστοσελίδα του ΙΜΕΘΑ.


Στις 30 Μαρτίου 2023 (17.00-18.00) αναμένουμε με πολύ ενδιαφέρον το 7ο διαδικτυακό σεμινάριο του κύκλου των Webinars 2022-2023 “Excellence in Thrombosis”, με τίτλο: «Άνδρας 58 ετών με επεισόδια παροξυσμικής κολπικής μαρμαρυγής και υπέρταση. Πρέπει να πάρει μόνιμη αντιπηκτική αγωγή;», ένα κλινικό δίλημμα το οποίο συναντούμε συχνά στην κλινική πρακτική. Υπέρ της αντιπηκτικής αγωγής θα επιχειρηματολογήσει ο κ. Ε. Κανουπάκης, Διευθυντής ΕΣΥ στο Πανεπιστημιακό ΓΝ Ηρακλείου Κρήτης, ενώ ο κ. Π. Κοραντζόπουλος, Αναπληρωτής Καθηγητής Καρδιολογίας στο Πανεπιστήμο Ιωαννίνων, θα υποστηρίξει την αντίθετη άποψη. Στην πολύ ενδιαφέρουσα κλινική «διαμάχη» θα συμμετέχουν και ο κ. Δ. Ρίχτερ, Καρδιολόγος, Διευθυντής της Β’ Καρδιολογικής Κλινικής στην «ΕΥΡΩΚΛΙΝΙΚΗ» Αθηνών και ο κ. Γ. Ανδρικόπουλος, Διευθυντής της Α’ Καρδιολογικής Κλινικής Ηλεκτροφυσιολογίας Βηματοδότησης στο «Ερρίκος Ντυνάν» Hospital Center, Αθήνα, υπό το συντονισμό της κας Κ. Καλαντζή, Καρδιολόγου, Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και μέλους του ΔΣ του ΙΜΕΘΑ. Το διαδικτυακό σεμινάριο μπορείτε να το παρακολουθήσετε χρησιμοποιώντας το ακόλουθο link: https://us06web.zoom.us/meeting/register/tZcoceygqDMuG9MyQR6lK4tRwhSKpRP0Crwv

 


Στο ενημερωτικό δελτίο του ΙΜΕΘΑ για τον μήνα Φεβρουάριο, συνοψίζονται όπως κάθε μήνα οι σημαντικότερες μελέτες και στον τομέα της θρόμβωσης και της αντιθρομβωτικής αγωγής.

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ-ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΠΡΟΣΦΑΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΩΝ


Πρακτικός οδηγός αναστροφής της αντιπηκτικής και αντιαιμοπεταλιακής αγωγής στην κλινική πρακτική. (Practical Guide for Anticoagulant and Antiplatelet Reversal in Clinical Practice https://www.mdpi.com/2226-4787/11/1/34 )

Τα τελευταία χρόνια, λόγω της αυξανόμενης χρήσης αντιπηκτικών και αντιαιμοπεταλιακών φαρμάκων, καθώς και λόγω της πολυπλοκότητας ορισμένων κλινικών περιπτώσεων ασθενών, η αιμορραγία παραμένει η κύρια ανησυχία. Το παρόν άρθρο παρέχει έναν πρακτικό οδηγό για τους κλινικούς ιατρούς όσον αφορά την αναστροφή των αντιπηκτικών και αντιαιμοπεταλιακών φαρμάκων στην κλινική πράξη με βάση τις πιο πρόσφατες μελέτες.


Η πρώιμη επανέναρξη αντιαιμοπεταλιακής αγωγής είναι εξίσου ασφαλής με την καθυστερημένη σε ασθενείς με ενδοεγκεφαλική αιμορραγία. (Early Antiplatelet Resumption and the Risks of Major Bleeding After Intracerebral Hemorrhage https://www.ahajournals.org/doi/10.1161/STROKEAHA.122.040500 )

Μεταξύ 2008 και 2017, 1.584 ασθενείς με ενδοκράνια αιμορραγία (intracerebral hemorrhage-ICH) υπό αντιαιμοπεταλιακή αγωγή (με αναλογία possession φαρμάκου της αντιαιμοπεταλιακής αγωγής ≥50% πριν από την ICH και μετά την επανέναρξη αντιαιμοπεταλιακής αγωγής) χωρίστηκαν σε δύο ομάδες με βάση το χρόνο επανέναρξης της αντιαιμοπεταλιακής αγωγής μετά το επεισόδιο ICH: α. ΠΡΩΙΜΗΣ επανέναρξης (≤30 ημέρες- EARLY) και β. ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΗΣ επανέναρξης (31–365 ημέρες – LATE). Οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν μέχρι την εμφάνιση της κλινικής έκβασης, μέχρι το τέλος της παρακολούθησης ενός έτους, ή μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2018. Η πρωτογενής έκβαση ήταν η υποτροπιάζουσα ICH και οι δευτερεύουσες εκβάσεις περιελάμβαναν τη θνησιμότητα από όλες τις αιτίες, τα μείζονα αιμορραγικά και ισχαιμικά αγγειακά συμβάντα και το ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Η ομάδα EARLY και η ομάδα LATE εμφάνισαν παρόμοιο κίνδυνο υποτροπιάζουσας ICH στο ένα έτος (EARLY Vs. LATE: 3,12% Vs. 3,27%, αντίστοιχα· adjHR: 0,967 [95% CI: 0,522–1,791]) και παρόμοιο κίνδυνο για κάθε δευτερεύουσα έκβαση σε παρακολούθηση ενός έτους. Σε υποαναλύσεις φάνηκε ότι η πρώιμη επανέναρξη αντιαιμοπεταλιακής αγωγής σε ασθενείς χωρίς προηγούμενο αγγειακό συμβάν συσχετίστηκε με χαμηλότερο κίνδυνο θνησιμότητας από όλες τις αιτίες (adjHR: 0,199 [95% CI: 0,054-0,739]) και μειζόνων αιμορραγικών συμβάντων (adjHR : 0,090 [95% CI: 0,010-0,797]), ενώ στους ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο η πρώιμη επανέναρξη αντιαιμοπεταλιακής αγωγής συσχετίστηκε με χαμηλότερο κίνδυνο ισχαιμικού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου (adjHR : 0,065 [95% CI: 0,012-0,364]). Συμπερασματικά, σε ασθενείς με ICH η πρώιμη επανέναρξη αντιαιμοπεταλιακής αγωγής είναι εξίσου ασφαλής με την καθυστερημένη επανέναρξη και θα ωφεληθούν περισσότερο από αυτήν οι ασθενείς χωρίς προηγούμενο αγγειακό συμβάν ή οι ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο.


Η ασπιρίνη δεν είναι κατώτερη από την ενοξαπαρίνη στην πρόληψη του θανάτου σε ασθενείς με χειρουργηθέντα κατάγματα άκρων ή κάταγμα πυέλου/κοτύλης. (Aspirin or Low-Molecular-Weight Heparin for Thromboprophylaxis after a Fracture, Major Extremity Trauma Research Consortium (METRC) https://www.nejm.org/doi/full/10.1056/NEJMoa2205973 )

Σε αυτήν την πολυκεντρική, τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη μη κατωτερότητας συμμετείχαν 12.211 ασθενείς ηλικίας 18 ετών και άνω με χειρουργηθέν κάταγμα ενός άκρου (οπουδήποτε από το ισχίο μέχρι το μέσο πόδι ή από τον ώμο μέχρι τον καρπό) ή με κάταγμα πυέλου ή κοτύλης. 6.110 ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν να λάβουν ηπαρίνη μικρού μοριακού βάρους (ενοξαπαρίνη) σε δόση 30 mg δύο φορές ημερησίως και 6.101 ασθενείς να λάβουν ασπιρίνη σε δόση 81 mg δύο φορές ημερησίως κατά τη διάρκεια της νοσηλείας. Μετά το εξιτήριο, συνέχισαν να λαμβάνουν θρομβοπροφύλαξη σύμφωνα με τα κλινικά πρωτόκολλα κάθε νοσοκομείου. Οι ασθενείς είχαν μέση ηλικία 44,6±17,8 έτη, το 0,7% είχε ιστορικό φλεβικής θρομβοεμβολής και το 2,5% είχε ιστορικό καρκίνου. Οι ασθενείς έλαβαν κατά μέσο όρο 8,8±10,6 δόσεις ενδονοσοκομειακής θρομβοπροφύλαξης και συνέχισαν την αγωγή για 21 ημέρες μετά το εξιτήριο.  Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν ο θάνατος από οποιαδήποτε αιτία στις 90 ημέρες και τα δευτερεύοντα ήταν η μη θανατηφόρα πνευμονική εμβολή, η εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση και οι αιμορραγικές επιπλοκές. Θάνατος σημειώθηκε σε 47 ασθενείς (0,78%) στην ομάδα της ασπιρίνης και σε 45 ασθενείς (0,73%) στην ομάδα ενοξαπαρίνης επιτυγχάνοντας το στατιστικό όριο μη κατωτερότητας (difference: 0,05 ποσοστιαίες μονάδες, 96.2% CI: −0,27 – 0,38. p<0,001 για το όριο μη κατωτερότητας). Εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση εμφανίστηκε στο 2,51% στην ομάδα της ασπιρίνης και στο 1,71% στην ομάδα ενοξαπαρίνης (difference: 0,80 ποσοστιαίες μονάδες, 95% CI: 0,28-1,31). Η συχνότητα εμφάνισης πνευμονικής εμβολής (1,49% σε κάθε ομάδα) και αιμορραγικών επιπλοκών ήταν παρόμοια στις δύο ομάδες. Συμπερασματικά, η ασπιρίνη δεν ήταν  κατώτερη από την ενοξαπαρίνη στην πρόληψη της θνητότητας σε ασθενείς με χειρουργηθέντα κατάγματα άκρων ή με κάταγμα πυέλου/κοτύλης και συσχετίστηκε με χαμηλή συχνότητα εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης, πνευμονικής εμβολής και θνησιμότητας στις 90 ημέρες.


Η ενδοαγγειακή θρομβεκτομή παρουσιάζει καλύτερα λειτουργικά αποτελέσματα από την ιατρική φροντίδα στους ασθενείς με εκτεταμένο ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, αλλά συσχετίζεται με αγγειακές επιπλοκές. (Trial of Endovascular Thrombectomy for Large Ischemic Strokes https://www.nejm.org/doi/full/10.1056/NEJMoa2214403 )

Η ενδοαγγειακή θρομβεκτομή αποτελεί την πιο αποτελεσματική θεραπεία σε ασθενείς με ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, με απόφραξη της έσω καρωτίδος ή του εγγύς τμήματος της μέσης εγκεφαλικής αρτηρίας. Ωστόσο, οι κατευθυντήριες γραμμές συνιστούν τη διενέργειά της σε επιλεγμένους ασθενείς με μικρό ισχαιμικό πυρήνα (<50ml) βάσει των κλινικών μελετών.

Σε αυτήν την προοπτική, τυχαιοποιημένη, ανοιχτή, κλινική μελέτη συμμετείχαν 342 ασθενείς με ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο λόγω απόφραξης της έσω καρωτίδας ή του πρώτου τμήματος της μέσης εγκεφαλικής αρτηρίας με μεγάλο όγκο ισχαιμικού πυρήνα [Alberta Stroke Program Early Computed Tomography Score (ASPECTS) 3 έως 5] ή όγκο ισχαιμικού πυρήνα ≥50ml σε αξονική ή μαγνητική τομογραφία διάχυσης. Οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν 1:1 σε ενδοαγγειακή θρομβεκτομή επιπροσθέτως της συνήθους ιατρικής φροντίδας (178 ασθενείς) ή σε συνήθη ιατρική φροντίδα (174 ασθενείς). Η κύρια έκβαση ήταν η βαθμολογία στη modified Rankin scale στις 90 ημέρες (εύρος: 0-6, με υψηλότερες βαθμολογίες να υποδεικνύουν μεγαλύτερη αναπηρία) και η δευτερεύουσα έκβαση ήταν η  λειτουργική ανεξαρτησία. Παρατηρήθηκαν καλύτερα αποτελέσματα υπέρ της θρομβεκτομής ως προς την βαθμολογία modified Rankin scale (Odds ratio: 1,51 95% [CI]: 1,20- 1,89, P<0,001), ενώ η θνησιμότητα ήταν παρόμοια στις δύο ομάδες. Συνολικά, το 20% των ασθενών στην ομάδα της θρομβεκτομής και το 7% στην ομάδα της ιατρικής φροντίδας είχαν λειτουργική ανεξαρτησία (RR: 2,97, 95% CI:1,60-5,51). Στην ομάδα της θρομβεκτομής, εμφανίστηκαν επιπλοκές στο σημείο πρόσβασης της αρτηρίας σε 5 ασθενείς, διαχωρισμός σε 10 ασθενείς, διάτρηση εγκεφαλικού αγγείου σε 7 ασθενείς και παροδικός αγγειόσπασμος σε 11 ασθενείς. Εμφανίστηκε συμπτωματική ενδοκρανιακή αιμορραγία σε έναν ασθενή στην ομάδα της θρομβεκτομής και σε 2 ασθενείς στην ομάδα της ιατρικής φροντίδας. Τα επεισόδια ενδοεγκεφαλικής αιμορραγίας ήταν σπάνια και στις δύο ομάδες. Συμπερασματικά, η ενδαγγειακή θρομβεκτομή είχε καλύτερα λειτουργικά αποτελέσματα από την ιατρική φροντίδα στους ασθενείς με εκτεταμένο ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, αλλά συσχετίστηκε με αγγειακές επιπλοκές.


Η βαθμολογία VTE-PREDICT risk score μπορεί να εκτιμήσει το όφελος της μακροχρόνιας αντιπηκτικής αγωγής σε ασθενείς με φλεβική θρομβοεμβολή. (Recurrent venous thromboembolism and bleeding with extended anticoagulation: the VTE-PREDICT risk score https://academic.oup.com/eurheartj/advance-article/doi/10.1093/eurheartj/ehac776/6989554 )

Όπως είναι γνωστό, δεν είναι πάντα εύκολη απόφαση η συνέχιση ή η διακοπή της αντιπηκτικής αγωγής για φλεβική θρομβοεμβολή (ΦΘΕ) μετά την αρχική θεραπεία. Η παρούσα μελέτη είχε ως στόχο τη δημιουργία μοντέλων για την πρόβλεψη 5ετούς κινδύνου υποτροπής της ΦΘΕ και αιμορραγίας μετά απο τουλάχιστον 3 μήνες θεραπείας. Τα μοντέλα προήλθαν από δεδομένα ασθενών από τις μελέτες Bleeding Risk Study, Hokusai-VTE, PREFER-VTE, RE-MEDY και RE-SONATE (n=15.141, 220 υποτροπές, 189 αιμορραγικά συμβάντα). Η εγκυρότητα του μοντέλου εκτιμήθηκε στη μελέτη κοόρτης VTE, και στις μελέτες EINSTEIN-CHOICE, GARFIELD-VTE, MEGA και Tromsø (n=59.257, 2.283 υποτροπές, 3.335 αιμορραγικά συμβάντα). Η εξωτερική επικύρωση έδειξε συμφωνία μεταξύ προβλεπόμενου και παρατηρούμενου κινδύνου έως και 5 χρόνια, με C-statistics να κυμαίνονται από 0,48–0,71 (υποτροπή) και 0,61–0,68 (αιμορραγία). Στην μελέτη κοόρτης VTE, ο 5ετης κίνδυνος κυμαίνεται από 4% έως 19% για υποτροπιάζουσα φλεβική θρομβοεμβολή και από 1% εως 19% για αιμορραγία. Συμπερασματικά, η βαθμολογία VTE-PREDICT risk score μπορεί αξιόπιστα να εκτιμήσει τον κίνδυνο υποτροπής ΦΘΕ ή αιμορραγίας σε ασθενείς υπό μακροχρόνια αντιπηκτική αγωγή. Το VTE-PREDICT risk score μπορεί να υπολογισθεί στο ακόλουθο link: https://vtepredict.com.


Θεραπεία επαναστένωσης στεφανιαίας αρτηρίας με απλή αγγειοπλαστική, αγγειοπλαστική με μπαλόνι πακλιταξέλης και με εμφύτευση ενδοπρόθεσης πακλιταξέλης: 10ετή αποτελέσματα της μελέτης ISAR-DESIRE 3. (Coronary artery restenosis treatment with plain balloon, drug-coated balloon, or drug-eluting stent: 10-year outcomes of the ISAR-DESIRE 3 trial https://academic.oup.com/eurheartj/advance-article-abstract/doi/10.1093/eurheartj/ehad026/7049145?redirectedFrom=fulltext  )

Με στόχο τη διερεύνηση της ιδανικής θεραπείας στην επαναστένωση ενός drug-eluting stent των στεφανιαίων αγγείων, στη μελέτη ISAR-DESIRE 3 συμπεριελήφθησαν 402 ασθενείς οι οποίοι παρακολουθήθηκαν κλινικά για 10 χρόνια. Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο περιελάμβανε το θάνατο, το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου από το αγγείο-στόχος, θρόμβωση της στένωσης-στόχος ή επαναγγείωσή της. Το δευτερεύον καταληκτικό σημείο ασφάλειας περιελάμβανε τον θάνατο, το οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου από το αγγείο- στόχος ή τη θρόμβωση της στένωσης-στόχος. Το δευτερεύον καταληκτικό σημείο αποτελεσματικότητας ήταν η επαναγγείωση της στένωσης-στόχος. Απλή αγγειοπλαστική (plain balloon, PB) πραγματοποιήθηκε σε 134 ασθενείς, ενώ 137 ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν σε αγγειοπλαστική με μπαλόνι πακλιταξέλης (paclitaxel-coated balloon, PCB) και 131 ασθενείς σε εμφύτευση ενδοπρόθεσης με πακλιταξέλη (paclitaxel-eluting stent, PES). Στα 10 χρόνια, το πρωτεύον καταληκτικό σημείο εμφανίστηκε σε 90 ασθενείς (72,0%) με PB, σε 70 ασθενείς (55,9%) με PCB και σε 72 ασθενείς (62,4%) με PES (p <0,001). Δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των PCB και PES [multiplicity-adjusted P = 0.610; Grambsch–Therneau P = 0.004; weighted Cox: hazard ratio (HR) 1.10, 95% confidence interval (CI) 0.80–1.51]. Το δευτερεύον καταληκτικό σημείο ασφάλειας εμφανίστηκε σε 39 ασθενείς (34,1%) με PB, σε 39 ασθενείς (34,0%) με PCB και σε 42 ασθενείς (40,0%) με PES (p=0,564). Επαναγγείωση της στένωσης-στόχος παρατηρήθηκε σε 71 ασθενείς (58,0%) που υπεβλήθησαν σε PB, σε 55 ασθενείς (43,9%) με PCB και σε 42 ασθενείς (38,6%) στους οποίους χορηγήθηκε PES (p<0,0001). Δεν παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ τη χρήσης PES και PCB (multiplicity-adjusted P = 0.282; Grambsch–Therneau P = 0.002; weighted Cox: HR 0.83, 95% CI 0.56–1.22). Σε χρονικό διάστημα παρακολούθησης 10 ετών, τα κύρια και δευτερεύοντα καταληκτικά σημεία μεταξύ της χρήσης PCB και PES δεν διέφεραν στατιστικά σημαντικά. Η χρήση PES και PCB μείωσαν σημαντικά την ανάγκη επαναγγείωσης της στένωσης στο αγγείο-στόχος σε σύγκριση με την PB. Ωστόσο, απαιτείται περαιτέρω ανάλυση για τη διερεύνηση του αυξημένου ποσοστού θανάτων και καρδιαγγειακού θανάτου εντός 5 ετών σχετιζόμενων με τη PES.


Τα υψηλά επίπεδα λιποπρωτεΐνης Lp(α) συνδέονται με την αθηροθρόμβωση και τη στένωση αορτικής βαλβίδας ανεξάρτητα από τα επίπεδα της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης. (Lipoprotein(a) is linked to atherothrombosis and aortic valve stenosis independent of C-reactive protein https://academic.oup.com/eurheartj/advance-article-abstract/doi/10.1093/eurheartj/ehad055/7049152?redirectedFrom=fulltext )

Σε αυτήν την προοπτική μελέτη κοόρτης συμμετείχαν 68.090 άτομα με μέση παρακολούθηση 8,1 ετών, από τους οποίους 5.104 ανέπτυξαν αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο (atherosclerotic cardiovascular disease-ASCVD), 2.432 οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και 1.220 στένωση αορτικής βαλβίδας. Για άτομα με λιποπρωτεΐνη Lp(α) στο 91ο-100ο εκατοστημόριο (≥70 mg/dl και ≥147 nmol/l) έναντι του 1ου-33ου εκατοστημόριου (≤6 mg/dl και ≤9  nmol/l) η προσαρμοσμένη αναλογία κινδύνου για ASCVD ήταν 1,61 (95% CI: 1,43–1,81) για εκείνους με C-αντιδρώσα πρωτεΐνη <2 mg/l και 1,57 (1,36–1,82) για εκείνους με C-αντιδρώσα πρωτεΐνη ≥2 mg/l (P for interaction=0,87). Οι αντίστοιχες τιμές ήταν 2,08 (1,76–2,45) και 1,65 (1,34–2,04) για οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και 2,01 (1,59–2,55) και 1,73 (1,31–2,27) για στένωση αορτικής βαλβίδας (P for interaction 1,05 και 0,05, αντίστοιχα). Ο υψηλότερος απόλυτος 10ετής κίνδυνος βρέθηκε σε άνδρες ηλικίας 70-79 ετών με επίπεδα λιποπρωτεΐνης Lp(α) στην 91η-100η εκατοστιαία θέση και επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης ≥2 mg/l (34% για ASCVD, 19% για οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και 13% για στένωση αορτικής βαλβίδας). Οι αντίστοιχες τιμές στις γυναίκες ήταν 20%, 10% και 8%, αντίστοιχα. Τα υψηλά επίπεδα λιποπρωτεΐνης Lp(α) αποτελούν σημαντικό στοιχείο αθηροσκληρωτικής καρδιαγγειακής νόσου, οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου και στένωσης της αορτικής βαλβίδας, ανεξάρτητα από τα επίπεδα της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης.


 

ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Μιλτιάδης Ματσάγκας
Καθηγητής Αγγειοχειρουργικής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Πρόεδρος Ι.Μ.Ε.Θ.Α.

Δημήτριος Σαγρής
Παθολόγος
Επιμελητής Β’ Πανεπιστημιακής Παθολογικής Κλινικής
Πανεπιστημιακό ΓΝ Λάρισας

 

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Αναστασία Καραγιαννάκη, MD, MSc
Υποψήφια Διδάκτωρ, Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Κοινοποιήστε το...

Shares
Top
This site is registered on wpml.org as a development site. Switch to a production site key to remove this banner.